Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Η ΝΥΧΤΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ

Η ΝΥΧΤΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ




ΑΦΗΓΗΤΗΣ/ΤΡΙΑ: Παραμονή Χριστουγέννων και η μικρή πολιτεία ήταν στολισμένη και ολόφωτη. Από τα παράθυρα των σπιτιών μπορούσε κανείς να δει χριστουγεννιάτικα δέντρα στολισμένα, με τα δώρα ακουμπισμένα δίπλα στη φάτνη και τα τραπέζια στρωμένα και γεμάτα με πλούσια φαγητά.

Η μυρωδιά των νόστιμων φαγητών γέμιζε τον αέρα και από παντού ακούγονταν τα γιορτινά κάλαντα.

Στο παράθυρο, όμως, ενός μικρού σπιτιού έβλεπες μόνο δύο προσωπάκια. Δυο μικρά, θλιμμένα προσωπάκια με βουρκωμένα μάτια να κοιτάζουν τον ουρανό. Να κοιτάζουν τον ουρανό και η σκέψη τους να φτερουγίζει ψηλά. Ψηλά, εκεί που τ’ αστέρια λαμπυρίζουν και φωτίζουν τη μαγική βραδιά.

(μουσική-ανάβει το black light και φωτίζονται τα δυο παιδιά)

Δυο αδέλφια ορφανά, ο Βασίλης και η Λενιώ. Δυο παιδιά που στα πρόσωπά τους μαζί με τη θλίψη βλέπεις και τη λαχτάρα. Μαζί με την απελπισία βλέπεις και την ελπίδα. Μαζί με το δάκρυ βλέπεις και το χαμόγελο.

Τέτοια νύχτα θα έπρεπε να είναι χαρούμενα κι ευτυχισμένα, θα έπρεπε να ξετυλίγουν δώρα και να τρώνε ζαχαρωτά, θα έπρεπε να έχουν μια ζεστή αγκαλιά, κα΄τι που όλα τα παιδιά του κόσμου το χρειάζονται.

Σκέφτονται. Σκέφτονται τ’ αστέρια.

(εμφανίζονται τ’ αστεράκια και χορεύουν)

Σκέφτονται αυτό που κάποτε τους έλεγε η μανούλα τους, πως όταν πέφτει ένα αστέρι, κάνεις μια ευχή και αυτή πραγματοποιείται.

Αυτή τη μαγική βραδιά, τη βραδιά των Χριστουγέννων, ένα αστέρι λάμπει στο στερέωμα, πιο λαμπερό από όλα τ’ άλλα. Ένα αστέρι που θαμπώνεσαι όταν το βλέπεις. Άραγε, γιατί να ‘ναι τόσο λαμπερό; Άραγε, τι ευχή θα έκαναν αν έπεφτε ένα αστέρι; Άραγε, τι θα διάλεγαν απ’ όλα όσα είχαν ανάγκη;

Αυτές οι σκέψεις περνούσαν από τα αθώα μυαλά των μικρών παιδιών, μέχρι που είδαν το αστέρι να πέφτει. Να πέφτει αργά και να χάνεται σιγά-σιγά το φως του στον καθαρό ορίζοντα.

(πέφτει ένα αστέρι, ενώ τα υπόλοιπα κρατούν ψηλά τ’ αστέρια τους-μουσική χορός αστεριών-φεύγουν σιγά-σιγά)

Τα βλέμματα των παιδιών συναντήθηκαν λες και σκέφτονταν την ίδια ευχή. Έκλεισαν τα μάτια και ευχήθηκαν αυτό που λαχταρούσαν. Άραγε, τι να ήταν αυτό;

Η βραδιά έξω μύριζε χιόνι. Σε λίγα λεπτά άρχισαν δειλά-δειλά να εμφανίζονται οι πρώτες νιφάδες χιονιού. Ήταν κατάλευκες. Οι νυφούλες τ’ ουρανού στροβιλίζονταν εδώ κι εκεί, σαν να ήθελαν να ξεφύγουν η μια από την άλλη, σαν να ήθελαν να είναι ελεύθερες στον αέρα για να χορέψουν τον υπέροχο αυτό χορό τους.

(εμφανίζονται οι νιφάδες και χορεύουν-μουσική)

«Νύχτα γεμάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια». Αυτή την ξεχωριστή βραδιά, αυτή τη βραδιά της ελπίδας, που η αγάπη μαλακώνει ακόμα και τις πιο σκληρές καρδιές, το πνεύμα των Χριστουγέννων, ολοζώντανο, απλώνεται πάνω από το παγωμένο φτωχόσπιτο, για να δώσει υπόσταση τα βαθύτερα όνειρα και στις επιθυμίες των δυο μικρών παιδιών, που πεινασμένα, παγωμένα, μα περισσότερο απ’ όλα απελπισμένα για τη μοναξιά και την ορφάνια τους, αποκοιμούνται το ένα στην αγκαλιά του άλλου, σε μια προσπάθεια να ζεσταθούν , μα και να νιώσουν ότι κάποιος τα νοιάζεται.

(οι νιφάδες φεύγουν σιγά-σιγά με τη μουσική υπόκρουση)

Ξαφνικά, μια λάμψη φωτίζει το σκοτεινό δωμάτιο, ένα μικρό φως απόκοσμο, βγαλμένο σαν από όνειρο και, μέσα σ’ αυτό, μερικές ευχούλες μοιάζουν να στροβιλίζονται και ενώνονται σ’ έναν παράξενο χορό, σ’ έναν μαγικό κύκλο αγάπης.

(εμφανίζονται οι ευχούλες-μουσική-χορός)

Ενώνουν τα χέρια και κάτι φαίνεται να ψιθυρίζει η μια στην άλλη.

ΕΥΧΟΥΛΑ: -Πόσο κρύο υπάρχει εδώ, τι παγωνιά απλώνεται παντού!!! Νομίζω ότι πρέπει να αρχίσουμε με ένα τζάκι. Με μια γλυκιά, ζεστή φωτιά που οι φλόγες της θα ζεστάνουν τα παγωμένα κορμάκια τους και θα ανακουφίσουν τις πληγωμένες ψυχές τους.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ/ΤΡΙΑ: Και μ’ ένα δυνατό φτερούγισμα των μεγάλων ολόλευκων φτερών της, κάλεσε τη νεράιδα της ζεστασιάς, να έρθει κοντά τους για να φέρει αυτό που τόσο έλειπε μια παγωμένη βραδιά.

(εμφανίζεται η νεράιδα της ζεστασιάς-μουσική)

Η νεράιδα της ζεστασιάς κούνησε δυο τρεις φορές το μαγικό ραβδί της , τίναξε λίγη αστερόσκονη, που κουβαλούσε πάντα μαζί της και μουρμουρίζοντας κάτι ακαταλαβίστικα για τους αμύητους ξόρκια, κατάφερε σε λίγα λεπτά ν’ ανάψει την πιο όμορφη και την πιο γλυκιά φωτιά του κόσμου, μια φωτιά που ακτινοβολούσε αγάπη και οι φλόγες της έλιωναν θαρρείς, ότι πιο άσχημο μπορούσαν να κρύβουν οι ψυχές των ανθρώπων.

(εμφανίζονται τα παιδιά που κρατούν το τζάκι και τη φωτιά)

ΕΥΧΟΥΛΕΣ: -Ααααα!!!

ΑΦΗΓΗΤΗΣ/ΤΡΙΑ: Έκαναν ξαφνιασμένες και χαρούμενες οι άλλες ευχούλες.Τι όμορφη φωτιά, τι γλυκιά θαλπωρή που εκπέμπει!!!

Πράγματι, είναι όμορφη, αλλά δεν είναι αρκετή, είπε μια άλλη ευχούλα, που στεκόταν λίγο πιο πέρα σκεφτική, σα να ήθελε ν’ αποφασίσει ποια θα ήταν η επόμενη ενέργειά τους. Νομίζω ότι ο χώρος θα έδειχνε πιο όμορφος και πιο χαρούμενος, με ένα μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο. Ένα δέντρο γεμάτο στολίδια. Ένα δέντρο που σε κάθε κλαδί του να φέρνει και μια ελπίδα γι’ αυτά, μα και για όλα τα παιδιά του κόσμου.

Έχεις δίκιο, είπε η ευχούλα που στεκόταν πλάι στο τζάκι και κουνώντας απαλά και με χάρη τις όμορφες φτερούγες της, κάλεσε κοντά της τη νεράιδα του χριστουγεννιάτικου δέντρου.

(εμφανίζεται η νεράιδα)

Αστραπιαία, μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, η νεράιδα του χριστουγεννιάτικου δέντρου, έφτασε κοντά τους. Τίναξε με χάρη μια φορά, αλλά αποφασιστικά, το λεπτό μαγικό ραβδί της, και αφού είπε κι αυτή τα μαγικά ξόρκια της, ένα σύννεφο καπνού απλώθηκε για λίγο, και μέσα από αυτό άρχισε να σχηματίζεται ένα όμορφο χριστουγεννιάτικο δέντρο.

(εμφανίζονται οι μπάλες και σχηματίζεται το δέντρο)

Μικρές και μεγάλες χριστουγεννιάτικες μπάλες, πράσινες, κόκκινες, χρυσαφένιες, έβρισκαν τη θέση τους στα κλαδιά του με τρόπο μαγικό. Καμπανούλες πολύχρωμες, αγγελάκια με ολόασπρα φτερά, μουσικά οργανάκια από γυαλί και μέταλλο, πέταλα για ΚΑΛΗ ΤΥΧΗ, κουκουνάρια και ασημοβροχή, ενώθηκαν όλα μαζί, αυτή τη μαγική βραδιά, δίνοντας το καθένα την ομορφιά και τη χάρη του, για να σχηματιστεί αυτό το ιδιαίτερο χριστουγεννιάτικο δέντρο. Στην κορυφή του έλαμπε περήφανο και χαρούμενο το πιο λαμπρό αστέρι που φτιάχτηκε ποτέ, αντανακλώντας στο φως του τη λάμψη της αγάπης και της χαράς που παίρνουμε όλοι μας, όταν προσφέρουμε με ανιδιοτέλεια.

Το δέντρο είναι πραγματικά υπέροχο!!! Τα πολύχρωμα φώτα του και τα στολίδια του το κάνουν να μοιάζει παραμυθένιο!!!

ΕΥΧΟΥΛΑ: «Έκανες πολύ καλή δουλειά! Είμαι περήφανη για σένα», είπε η ευχούλα στη νεράιδα. «Οι μικροί μας φίλοι θα χαρούν πολύ όταν το δουν. Είμαι σίγουρη πως κάτω από τα φωτισμένα και στολισμένα κλαδιά του, θα ξεχάσουν για λίγο τη μοναξιά και τη δυστυχία τους», της απάντησε η νεράιδα και συνέχισε:»Σίγουρα θα χαρούν πολύ, όταν το δουν».

«Πρέπει όμως να φύγω! Έχω να πραγματοποιήσω και άλλες ευχές με όμορφα χριστουγεννιάτικα δέντρα!

ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Αυτά είπε η καλή νεράιδα και χάθηκε μέσα στη λάμψη των αστεριών….(φεύγει)

Κάπου εκεί ψηλά, μέσα στα αμέτρητα λαμπερά αστέρια αυτής της ξεχωριστής νύχτας, μια ακόμα ευχούλα φτερουγίζει με λαχτάρα και νιώθει να την καλούν οι σκέψεις και οι επιθυμίες των δυο μικρών παιδιών. Σκέψεις που ταξιδεύουν πάνω από τη γη, πέρα από το χρόνο και έχουν τόση δύναμη, που η ευχούλα σταματά το πέταγμά της, απλώνει τα χεράκια της και τις αφήνει να της ψιθυρίσουν απαλά στο αυτί: «ΔΩΡΑ, ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ».

Η ευχούλα σκέφτεται για μια στιγμή κι έπειτα πετά γρήγορα για να συναντήσει τη νεράιδα της χαράς.

Ναι, σε αυτήν θα πάει για να γίνει πραγματικότητα η σκέψη και η επιθυμία των μικρών παιδιών.

(εμφανίζεται η νεράιδα της χαράς)

Η νεράιδα της χαράς χαίρεται πολύ τη βλέπει. Τη αγκαλιάζει θερμά και χτυπώντας το μαγικό ραβδί της, βρίσκονται ξαφνικά να στέκονται μέσα στο φτωχικό σπιτάκι των δύο ορφανών παιδιών, κάτω από το φωτεινό χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Έχεις δίκιο καλή μου ευχή! Είπε η νεράιδα, αφού διάβασε προσεχτικά τη σκέψη της ευχούλας. Εδώ χρειάζονται μερικά πακέτα με όμορφα δώρα και παιχνίδια. Όλοι οι άνθρωποι αγαπούν τα δώρα και χαίρονται με αυτά, ειδικά όταν τα δίνουν και τα παίρνουν με αγάπη. Πόσο μάλλον τα παιδιά. Θα ξετρελαθούν με τα παιχνίδια!!! Πόσο θα χαρεί η ψυχούλα τους!!!

Αυτά είπε η νεράιδα και χτύπησε το μαγικό ραβδάκι της σκορπώντας χρυσή και ασημένια αστερόσκονη μέσα στο χώρο.(μπαίνουν τα παιδιά που κρατούν τα δώρα)

Μεγάλα και μικρά πακέτα με πλούσιες χρωματιστές κορδέλες αρχίζουν τότε να εμφανίζονται με ένα μαγικό τρόπο, κάτω από τα κλαδιά του χριστουγεννιάτικου δέντρου και περιμένουν να ξυπνήσουν τα δυο μικρά παιδιά, για να τρέξουν να τ’ ανοίξουν με λαχτάρα και να χαρούν.

Την ίδια στιγμή μια γλυκιά μουσική πλημμυρίζει το χώρο και η ευχούλα με τη νεράιδα χορεύουν και στροβιλίζονται μέσα στη γλυκιά μελωδία της, μέχρι που χάνονται στη μαγεία της νύχτας, σαν σε όνειρο.(χορεύουν)

Λίγες ώρες απομένουν μέχρι να προβάλει το ξημέρωμα. Η νύχτα, όμως, συνεχίζει να κάνει θαύματα και να προκαλεί παίζοντας με το όνειρο και την πραγματικότητα.

Ο ύπνος των δύο μικρών παιδιών είναι απόψε καμωμένος με όνειρα. Όνειρα όλο χαρούμενες εικόνες, όνειρα με χρώματα, φως και λάμψη.

Μέσα στα όνειρά τους πηγαινοέρχονται απόψε νεράιδες καλές, νεράιδες βγαλμένες από τα παραμύθια, που κάποτε τους είχε πει η γιαγιά τους. Νεράιδες που κρατούν μαγικά ραβδάκια και είναι πρόθυμες να εκπληρώσουν κάθε επιθυμία βγαλμένη από τις αθώες καρδούλες.

Η λαχτάρα τους για ζεστασιά, χαρά και αγάπη ήταν τόσο μεγάλη, που κάθε επιθυμία τους πήρε μορφή, φτερούγισε με χρυσά φτερά και ανέβηκε στα λαμπερά αστέρια τ’ ουρανού, ψάχνοντας να βρε τη νεράιδα της.

Έτσι, καθώς τα δυο παιδιά ξεκουράζονται στα όνειρά τους, η ευχή για ζεστά ρούχα και παπούτσια είναι έτοιμη να πραγματοποιηθεί. (εμφανίζεται η νεράιδα της Φροντίδας)

Η καλή νεράιδα της Φροντίδας είναι μια πολύ καλή νεράιδα. Της αρέσει να φροντίζει όσου έχουν ανάγκη, κυρίως παιδάκια. Μόνο που έχει ένα παράπονο. Τη θυμούνται μόνο τις μέρες των γιορτών. Ενώ εκείνη θα ήθελε πάρα πολύ να τη θυμούνται πιο συχνά και να σκορπά απλόχερα τη φροντίδα της όλες τις μέρες του χρόνου.

Η ευχή για ζεστά ρούχα και παπούτσια πέταξε γύρω από τη νεράιδα και μετά της ψιθύρισε στο αυτί λόγια μαγικά. Η νεράιδα κατάλαβε κι άπλωσε το χέρι της στην ευχούλα. Με το ραβδάκι της έγραψε δυο φωτεινούς κύκλους στον αέρα που σκόρπισαν αστερόσκονη και μετά….(μουσική-εμφανίζονται τα παιδιά που κρατούν τα ρούχα και τα παπούτσια)

Μια γλυκιά μουσική κατακλύζει το μικρό δωμάτιο, ένα ζευγάρι παπούτσια, μάλλινα παλτουδάκια και ζεστές μποτούλες, περιμένουν μπροστά στο τζάκι, δίπλα στο χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Η νεράιδα χορεύει ευτυχισμένη και η ευχούλα πετά κοντά της χαρούμενη. Τα κατάφεραν θαυμάσια!

Μέσα στην απαλή μουσική χορεύουν ασταμάτητα και χάνονται ευτυχισμένες ανάμεσα στ’ αστέρια που τρεμοσβήνουν

Κι ενώ στο ταπεινό φτωχόσπιτο ο χορός των θαυμάτων συνεχίζεται, λίγα στενά πιο πέρα ένα ζευγάρι είναι λυπημένο. (φωτίζονται στο πλαίσιο οι γονείς)

Ούτε το όμορφο σπίτι τους, ούτε το πλούσιο τραπέζι τους, ούτε τα ακριβά δώρα είναι ικανά να τους κάνουν να χαρούν.

Κρατούν ο ένας το χέρι του άλλου και οι φωνές των παιδιών της γειτονιάς, που έψαλλαν νωρίτερα τα κάλαντα, αντηχούν ακόμη στ’ αυτιά τους τονίζοντας πιο πολύ τη μοναξιά τους.

Η ίδια σκέψη βασανίζει το μυαλό τους. Στο δικό τους το σπίτι, χρόνια τώρα, δεν αντήχησε καμιά παιδική φωνή, κανένα γέλιο ή κλάμα μωρού. Και αυτές οι γιορτές θα τους βρουν πάλι μόνους και έρημους.

«Γιατί Θεέ μου δε μας χάρισες κι εμάς ένα παιδί;» Σκέφτηκε ο άντρας.

Το παράπονό τους γίνεται ευχή και ξεπηδάει μέσα από τα βάθη της ψυχής τους. Γίνεται προσευχή και ανεβαίνει στον ουρανό.

«Παναγιά μου, που σε λίγο θα γίνεις μανούλα και θα κρατάς το μικρό Χριστούλη μέσα στην αγκαλιά σου, γέμισε και τη δική μας αγκαλιά με ένα παιδί», είπαν και οι δυο μ’ ένα στόμα και κοίταξαν με ελπίδα στον ουρανό.

Είχε τόσο πόνο και παράπονο αυτή τους η ικεσία, που έφτασε ως την πιο σοφή και ηλικιωμένη ευχή. Αυτήν που ήταν η γιαγιά όλων των ευχών και που, χωρίς την έγκρισή της, καμιά από τις ευχές δεν μπορούσε να κάνει το παραμικρό.(εμφανίζεται η ευχή)

«Ήρθε η ώρα νομίζω, να προσφέρουμε λίγη χαρά σε αυτούς τους ανθρώπους που έχουν τόση αγάπη να δώσουν σε ένα παιδί.

Ήρθε η ώρα να ανταμειφθούν για την καλοσύνη, την υπομονή και τις δοκιμασίες, την πίκρα και την απογοήτευση που αισθάνθηκαν όλα αυτά τα χρόνια.

Ήρθε η ώρα, γιατί όλα αυτά τους ωρίμασαν και τους έκαναν άξιους και ικανούς να εκτιμήσουν και να αγαπήσουν ολόψυχα ένα παιδί, έστω κι αν δεν το γέννησαν αυτοί.

Ήρθε η ώρα να ανθίσει το χαμόγελο και στα δικά τους χείλη.

Ήρθε η ώρα να αποδείξουν πόσο άξιοι είναι να γίνουν γονείς», σκέφτηκε η σοφή και ώριμη ευχή.

Και αμέσως έφερε στο μυαλό της το Βασίλη και τη Λενιώ, τα δυο ορφανά. Μια ιδέα άστραψε στο μυαλό της και ένα χαμόγελο άνθισε στα χείλη της. «Γιατί όχι;….», ψιθύρισε και κάλεσε κοντά της την ευχή της οικογένειας.

Αυτή δε δυσκολεύτηκε καθόλου να καταλάβει τι έπρεπε να κάνει. Έτρεξε μέσα στο στερέωμα και έφτασε στο σπίτι του ζευγαριού. Αόρατη όπως ήταν, χωρίς να την αντιληφθούν, στάθηκε από πάνω τους, ψιθύρισε δυο τρία μαγικά λόγια και ακούμπησε το χέρι της στα κεφάλια τους και στην καρδιά τους. (ακουμπά τα χέρια της στα κεφάλια και στις καρδιές τους)

«Μπα!!!... Μήπως έκανα κάτι λάθος;», αναρωτήθηκε, βλέποντάς τους να μην αντιδρούν. «Μα όχι! Το θυμάμαι καλά! Η σοφή ευχή μου είπε, πρώτα στο μυαλό τους για να τους έρθει η ιδέα και μετά στην καρδιά τους για να τη δεχτούν με αγάπη».

Τίποτα δεν έκανε λάθος η ευχή της οικογένειας. Όλα τα έκανε σωστά. Ένιωσαν κάτι σαν να σκίρτησε μέσα τους, αισθάνθηκαν ότι είχαν άδικο που βασανίζονταν τόσον καιρό για ένα παιδί που δεν ερχόταν, ενώ υπήρχαν γύρω τους τόσα παιδιά που υπέφεραν , χωρίς να έχουν κάποιον να τα φροντίζει. Τόσα παιδιά που θα μπορούσαν να γίνουν τα δικά τους παιδιά.

Στο μυαλό τους ήρθαν τα δυο ορφανά που έμεναν λίγο παραπέρα και που πολλές φορές τα είχαν δει να τριγυρνούν παγωμένα και πεινασμένα.

Χωρίς δεύτερη σκέψη, έτρεξαν στο μικρό φτωχόσπιτο. Δεν ήθελαν ν’ αφήσουν τα παιδιά χωρίς ζεστασιά και φροντίδα μια τέτοια νύχτα.

Αυτή τη βραδιά, στο μικρό φτωχόσπιτο, πραγματοποιήθηκαν όλα τα θαύματα και όλες οι ευχές.

Αυτή η βραδιά, που είναι ίδια με εκείνη , πριν από χρόνια, όταν στην ταπεινή σπηλιά της Βηθλεέμ, πραγματοποιήθηκε το μεγαλύτερο θαύμα της ανθρωπότητας.

Ο Βασίλης και η Λενιώ βρήκαν απόψε όλα όσα ονειρεύονταν και δεν τολμούσαν να πιστέψουν ότι κάποια στιγμή θα γίνουν πραγματικότητα.

Πάντα κάπου γύρω μας θα υπάρχουν άνθρωποι με πολλά προβλήματα, που περιμένουν το θαύμα.

Πάντα κάπου κοντά μας ή κάπου μακριά μας θα υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να δεχτούν την ΑΓΑΠΗ μας.





ΚΑΛΑ ΧΡΙΤΟΥΓΕΝΝΑ



Το παραμύθι έγραψαν οι εκπαιδευτικοί: Αποστολίδου Ελισάβετ-Περπινιά Τέτα- Πουλή Άννα- Σακκά Ντίνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου